Η ΕΛΕΤΑΕΝ για την αλλαγή του μηχανισμού ανάπτυξης των ΑΠΕ

Επιστολή προς το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας απέστειλε η ΕΛΕΤΑΕΝ, παρουσιάζοντας τις θέσεις της αναφορικά με την σχεδιαζόμενη αλλαγή του μηχανισμού υποστήριξης της ανάπτυξης των ΑΠΕ.

 
Συγκεκριμένα, η επιστολή αναφέρει:

Αξιότιμε κ. Υπουργέ,
Με την παρούσα ηλεκτρονική επιστολή καταθέτουμε τις θέσεις της Ελληνικής Επιστημονικής Ένωσης Αιολικής Ενέργειας (ΕΛΕΤΑΕΝ) αναφορικά με την σχεδιαζόμενη αλλαγή του μηχανισμού υποστήριξης της ανάπτυξης των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας.

Η σχεδιαζόμενη ρυθμιστική αλλαγή υπηρετεί, θεωρητικά, την υιοθέτηση από την Ευρωπαϊκή Ένωση ως προτεραιότητα την εύρυθμη και χωρίς στρεβλώσεις λειτουργία της εσωτερικής αγοράς. Είναι μια αρχή που κι εμείς ως ΕΛΕΤΑΕΝ, υπερασπιστήκαμε με πάθος από ιδρύσεως της ένωσης μας γιατί πιστεύουμε ακράδαντα πως οι υπάρχουσες στρεβλώσεις και οι φανερές και κρυφές ενισχύσεις λειτουργούν εις βάρος των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας.

Η ΕΛΕΤΑΕΝ αντιλαμβάνεται ότι η διαδικασία μετάβασης σε μηχανισμούς υποστήριξης που στηρίζονται στην αγορά είναι αναπόφευκτη. Η πραγματικότητα, όμως είναι ότι, εξαιτίας χρόνιων παραλήψεων, η Ελλάδα είναι ανέτοιμη να εφαρμόσει το νέο μηχανισμό στήριξης για τους λόγους που αναφέρονται στη συνημμένη πρότασή μας. Ωστόσο, οφείλει να προσαρμοστεί λαμβάνοντας όμως όλα εκείνα τα μέτρα που θα ελαχιστοποιήσουν τις αρνητικές επιπτώσεις της νέας νομοθεσίας. Στόχος θα πρέπει να είναι να αξιοποιηθούν όλα τα περιθώρια που επιτρέπουν οι Κατευθυντήριες Οδηγίες της ΕΕ, ώστε να θιγεί όσο το δυνατό λιγότερο η ανάπτυξη και η δημοκρατικότητα του ενεργειακού συστήματος.

Η ΕΛΕΤΑΕΝ ετοίμασε τη συνημμένη πρότασή της, εντός αυτού του γενικού πολιτικού πλαισίου,. Για την οριστικοποίησή της εργάστηκε ειδική ομάδα εργασίας με στελέχη όλων σχεδόν των επιχειρήσεων του κλάδου και αξιοποιήθηκε η μελέτη που εκπόνησε για λογαριασμό της ΕΛΕΤΑΕΝ ο διεθνής συμβουλευτικός οίκος Poyry. Τα συμπεράσματα και η παρουσίαση της μελέτης αυτής, που αφορά τόσο τον μηχανισμό ενίσχυσης όσο και την μελλοντική ένταξη των ΑΠΕ στην αγορά, επισυνάπτονται επίσης.

Κύριε Υπουργέ,
Βασική προϋπόθεση για την δίκαιη ένταξη των ΑΠΕ στην αγορά είναι η ουσιαστική άρση των στρεβλώσεων που όλοι γνωρίζουν.
Όμως και σε ευρωπαϊκό επίπεδο, η επίτευξη μιας υγιώς ανταγωνιστικής αγοράς, χωρίς ενίσχυση σε κανένα κλάδο, απαιτεί δυο βασικές, απόλυτα καθοριστικές ρυθμίσεις:

Πρώτον, την πλήρη ενσωμάτωση του λεγόμενου εξωτερικού κόστους, στον υπολογισμό του κόστους των πηγών ενέργειας. Αυτό αποτελεί απαραίτητη και ουσιαστική προϋπόθεση επίτευξης ισότιμων όρων ανταγωνισμού μεταξύ Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας και ορυκτών καυσίμων. Ιδιαίτερα τώρα που στο εξωτερικό κόστος των ορυκτών καυσίμων, πέραν του κόστους της καταστροφής του άμεσου περιβάλλοντος και του κόστους πρόκλησης βλαβών στην δημόσια υγεία από όλη την αλυσίδα εκμετάλλευσης ορυκτών καυσίμων που ανέκαθεν αναγνωριζόταν θεωρητικά και μόνο, πρέπει αναμφίβολα να συνυπολογιστεί το κόστος των κλιματικών καταστροφών οι οποίες επιβαρύνουν ήδη τα φτωχότερα στρώματα και για τις όποιες όλοι πλέον συνομολογούν πως ευθύνονται τα ορυκτά καύσιμα. Έτσι οδηγείται το σύνολο του εξωτερικού κόστους των ορυκτών καυσίμων σε τρισεκατομμύρια δολάρια. 

Δεύτερον την οριστική άρση όλων των κρυφών και φανερών ενισχύσεων προς τα ορυκτά καύσιμα . Είναι γνωστό σε όλους από τα στοιχεία τα οποία έχουν έρθει στη δημοσιότητα από την κα Λαγκάρντ του Δ.Ν.Τ. και τον κ. Μπιρόλ της Ι.Ε.Α. ότι τα ορυκτά καύσιμα ενισχύονται με περίπου 5,3 τρισεκατομμύρια δολάρια το χρόνο. Σύμφωνα με υπολογισμούς του ευρωπαϊκού αιολικού κλάδου, αυτές οι ενισχύσεις ισοδυναμούν με ενίσχυση 6 ευρώ για κάθε 1 ευρώ που πηγαίνει στις ΑΠΕ μέσω των γνωστών σημερινών μηχανισμών υποστήριξης (π.χ. Feed in tariffs). Κάθε λεπτό που περνάει, 10 εκατομμύρια δολάρια πηγαίνουν σε επιδοτήσεις ορυκτών καυσίμων . 
Οποιαδήποτε προσπάθεια πλήρους αποκατάστασης ισότιμων όρων ανταγωνισμού που θα αγνοήσει τα ανωτέρω θα είναι κενό γράμμα και ουσιαστικά θα στρέφεται εναντίον της ανάπτυξης των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας.

Τέλος, θα πρέπει να υπενθυμίσουμε κύριε Υπουργέ πως για την ανάπτυξη των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας απαιτούνται σαφείς, δεσμευτικοί και φιλόδοξοι στόχοι για το 2030, το 2040 και το 2050, κάτι που μέχρι σήμερα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει αποτύχει να θεσπίσει.

Με δεδομένα τα οφέλη από την ανάπτυξη των ΑΠΕ για την ευρωπαϊκή οικονομία, την ενεργειακή ασφάλεια της ΕΕ και την αντιμετώπιση των κλιματικών αλλαγών, δεν κατανοούμε τη δυστοκία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και προσδοκούμε στις καλές σας υπηρεσίες στα πλαίσια των συμβουλίων Υπουργών Ενέργειας και Περιβάλλοντος προς το σκοπό αυτό.

 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ