Επιπλέον, κάθε περίσσεια ηλεκτρικής ενέργειας (σε ετήσια βάση) θα διοχετεύεται πλέον δωρεάν στο δίκτυο. Αυτό σημαίνει ότι ο καταναλωτής δεν έχει συμφέρον να βάλει ένα σύστημα μεγαλύτερο απΆ αυτό που πραγματικά αρκεί για να καλύψει τις ανάγκες του. Έτσι, σε αντίθεση με το παρελθόν που το μέσο οικιακό σύστημα ήταν κοντά στα 10 κιλοβάτ (kWp), κάτι που μεγιστοποιούσε τα αναμενόμενα οφέλη, σήμερα η ιδανική επιλογή είναι ένα σημαντικό μικρότερο σύστημα, της τάξης των 3 kWp για ένα μέσο νοικοκυριό.
Αυτό σημαίνει και μικρότερη επένδυση και μικρότερο απαιτούμενο χώρο για να τοποθετηθεί το φωτοβολταϊκό. Η νέα νομοθεσία είναι επίσης πιο ευέλικτη σε σχέση με το παρελθόν. Ενώ το παλιό πρόγραμμα για τα οικιακά φωτοβολταϊκά απαιτούσε η εγκατάσταση να γίνει επί του κτιρίου, τώρα επιτρέπεται να γίνει και στο οικόπεδο ή ακόμη και σε όμορο χώρο, αν δεν υπάρχει επαρκής χώρος στο δώμα ή τη στέγη. Επιπλέον το όριο για τα οικιακά συστήματα ανέβηκε στα 20 kWp (κάτι που βέβαια αφορά ελάχιστους, αφού όπως προείπαμε η συντριπτική πλειοψηφία καλύπτεται και με σημαντικά μικρότερα συστήματα).
Σε ότι αφορά στα εμπορικά συστήματα, το όριο υπερβαίνει αν χρειαστεί τα 20 kWp και μπορεί να φτάσει σε κάποιες περιπτώσεις και τα 500 kWp. Συγκεκριμένα, για πάνω από 20 kWp, η μέγιστη επιτρεπόμενη ισχύς είναι το μισό της ισχύος που έχει συμφωνήσει κανείς με τη ΔΕΗ στην υπάρχουσα σύνδεση που έχει. Στα μη διασυνδεδεμένα νησιά, η μέγιστη ισχύς που μπορεί να εγκατασταθεί είναι 20 kWp και ειδικά στην Κρήτη 50 kWp. ¶λλη θετική αλλαγή είναι ότι σε μια πολυκατοικία μπορούν πλέον να εγκατασταθούν περισσότερα του ενός συστήματα (κάτι που δεν ίσχυε στο παλιό πρόγραμμα).
Πώς λειτουργεί η διαδικασία
Στο net-metering θα γίνεται χρήση δύο μετρητών: ενός για την εισερχόμενη και ενός για την εξερχόμενη ενέργεια. Αν και οι μετρήσεις θα γίνονται στις συνήθεις περιόδους καταμέτρησης (τετραμηνία), μια φορά το χρόνο θα γίνεται ο συνολικός συμψηφισμός και θα χρεοπιστώνεται ανάλογα ο λογαριασμός ηλεκτρικού. Το πιο κρίσιμο θέμα ασφαλώς είναι το πόσα χρήματα εξοικονομεί κανείς. Αφήνοντας στην άκρη τις λεπτομέρειες της νομοθεσίας, ας συγκρατήσουμε το εξής: ο αυτοπαραγωγός γλυτώνει όλη την αξία του ρεύματος που παράγει (και των φόρων που το συνοδεύουν), με εξαίρεση τις υπηρεσίες κοινής ωφέλειας (ΥΚΩ) που πρέπει να τις πληρώσει για το σύνολο της κατανάλωσης του.
Συγκεκριμένα, ο αυτοπαραγωγός απαλλάσσεται μεταξύ άλλων από τέλη χρήσης δικτύου και ΕΤΜΕΑΡ για την ποσότητα ενέργειας που παράγει και ιδιοκαταναλώνει. Χοντρικά, αν ένας οικιακός καταναλωτής πληρώνει σήμερα περίπου 19,5 λεπτά την κιλοβατώρα, εξοικονομεί τα 18,5 λεπτά μέσω του net-metering και πληρώνει μόνο 1 λεπτό για τα ΥΚΩ. Με την παλιά ορολογία, είναι σαν να έχει κανείς “ισοδύναμη ταρίφα” 18,5 λεπτά την κιλοβατώρα. Αντιστοίχως, ένας εμπορικός καταναλωτής εξοικονομεί 12-16,5 λεπτά την κιλοβατώρα, ανάλογα με το τιμολόγιο στο οποίο υπάγεται. Σημειώνουμε ότι με βάση στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, η μέση κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας των νοικοκυριών το 2012 ήταν 3.750 kWh, ενώ στα αστικά κέντρα ήταν 4.000 kWh. Έκτοτε είχαμε και μια στροφή πολλών καταναλωτών από το πετρέλαιο σε air-condition, κάτι που αύξησε την κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας για αυτούς τους καταναλωτές.
Η αυτοπαραγωγή γίνεται λοιπόν πιο συμφέρουσα για τον καταναλωτή όσο μεγαλύτερη είναι η κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας. Αυτό συμβαίνει για δύο λόγους: [α]. από μια κατανάλωση και πάνω, τα τιμολόγια της ΔΕΗ είναι ακριβότερα άρα και το όφελος μεγαλύτερο, και [β]. μεγαλύτερη κατανάλωση σημαίνει ανάγκη για μεγαλύτερη ισχύ φωτοβολταϊκού και άρα μικρότερο κόστος ανά μονάδα ισχύος (στα πολύ μικρά συστήματα δεν υπάρχει οικονομία κλίμακας, ενώ αυξάνει και η συνεισφορά του κόστους σύνδεσης που είναι σταθερό είτε το σύστημα είναι 2 kWp είτε είναι 4 ή 5 kWp). Αντικαθιστώντας θερμικές χρήσεις (π.χ. τον λέβητα πετρελαίου) με ηλεκτρικές (όπως η αντλία θερμότητας, η οποία μάλιστα εν δυνάμει μπορεί να επιδοτηθεί από το “Εξοικονομώ Κατ Οίκον”), επιτυγχάνεται το βέλτιστο οικονομικό και περιβαλλοντικό αποτέλεσμα.
Case study: Oικιακός Αυτοπαραγωγός
Aς δούμε λοιπόν κάποια χαρακτηριστικά παραδείγματα εφαρμογής του net metering. Η ανάλυση γίνεται ενδεικτικά για ένα νοικοκυριό που εγκαθιστά ένα φωτοβολταϊκό ισχύος 3,5 kWp και μια μικρή επιχείρηση που εγκαθιστά ένα φωτοβολταϊκό ισχύος 7 kWp.
- Ενδεικτική ισχύς συστήματος: 3,5 κιλοβάτ (kWp)
- Ενδεικτικό κόστος συστήματος 6.800 ¤ (περιλαμβάνει ΦΠΑ 23% και κόστος σύνδεσης)
- Ενεργειακή απόδοση 1.350 kWh/ kWp (μέση απόδοση υφιστάμενων οικιακών συστημάτων πανελλαδικά για το 2014)
- Μέση ετήσια πτώση παραγωγικότητας 0,2% (σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία του Fraunhofer Institute)
- Μέση ετήσια αύξηση τιμολογίων ηλεκτρικής ενέργειας 2% (όσο και ο αναμενόμενος μέσος πληθωρισμός στην 25ετία)
- Ετήσιο λειτουργικό κόστος 1% της αρχικής επένδυσης (με ετήσια αναπροσαρμογή 2%)
- Υποθέτουμε κάλυψη του κόστους με 100% ίδια κεφάλαια
Στο συγκεκριμένο παράδειγμα, ο αυτοπαραγωγός έχει ένα συνολικό όφελος περί τις 18.300 ¤ στην 25ετία (όσο διαρκεί η Σύμβαση Συμψηφισμού που υπογράφει ο καταναλωτής με τη ΔΕΗ ή άλλο εναλλακτικό προμηθευτή). Η αποπληρωμή της επένδυσης γίνεται σε 7,9 έτη, ενώ η εσωτερική απόδοση (IRR) επί των ιδίων κεφαλαίων στην 25ετία είναι 12,7%. Το IRR είναι ένας δείκτης που δείχνει πόσο συμφέρουσα είναι μια επένδυση. Με απλά λόγια αν μια εναλλακτική επένδυση μπορεί να αποφέρει αποδόσεις μεγαλύτερες του IRR, συμφέρει να επενδύσει κανείς εκεί, αλλιώς συμφέρει η επένδυση στο φωτοβολταϊκό.
Τα στοιχεία της εφαρμογής
Προφανώς οι αποδόσεις και ο χρόνος απόσβεσης είναι συνάρτηση του αρχικού κόστους (τι είδους εξοπλισμό θα βάλει κανείς, αν θα τοποθετήσει αντικεραυνικό ή όχι, σε τι απόσταση από κάποιο προμηθευτή-εγκαταστάτη βρίσκεται το σπίτι, κ.λπ.), από την προσπίπτουσα ηλιακή ακτινοβολία στην περιοχή, αλλά και από την κλίση και τον προσανατολισμό των φωτοβολταϊκών πλαισίων (η απόδοση διαφέρει αν το σύστημα μπει π.χ. σε κεραμοσκεπή με μη βέλτιστη κλίση και προσανατολισμό). Αν πάλι το φωτοβολταϊκό σύστημα συνδυαστεί με αντλίες θερμότητας για θέρμανση και ψύξη της κατοικίας, τότε οι αποδόσεις βελτιώνονται και οι χρόνοι απόσβεσης μειώνονται.
Στα πλαίσια αυτά, λαμβάνουμε υπόψη τις 5.000 kWh που αποτελούν τη σημερινή ετήσια κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας, εκ των οποίων οι 1.000 kWh αποτελούν την ετήσια κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας για ζεστό νερό χρήσης. Στις 5.000 kWh πρέπει να προστεθούν οι 2.778 kWh που απαιτούνται για θέρμανση μέσω της Αντλίας Θερμότητας (οι οποίες αντιστοιχούν στη συνολική ετήσια απαίτηση ενέργειας για θέρμανση - 10.000 kWhth, με βάση τον βαθμό COP της Αντλίας Θερμότητας – 3,6), αλλά και οι 476 kWh που θα καταναλώσει η Αντλία για το ζεστό νερό χρήσης.
Case study: Eμπορικός Αυτοπαραγωγός- Ενδεικτική ισχύς συστήματος: 7 κιλοβάτ (kWp)
- Ενδεικτικό κόστος συστήματος 9.500 ¤ (περιλαμβάνει κόστος σύνδεσης, κλπ) - Το ΦΠΑ συμψηφίζεται με τους λογαριασμούς της επιχείρησης
- Ενεργειακή απόδοση 1.350 kWh/kWp (μέση απόδοση υφιστάμενων οικιακών συστημάτων πανελλαδικά για το 2014)
- Μέση ετήσια πτώση παραγωγικότητας 0,2% (σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία του Fraunhofer Institute)
- Μέση ετήσια αύξηση τιμολογίων ηλεκτρικής ενέργειας 2%(όσο και ο αναμενόμενος μέσος πληθωρισμός στην 25ετία)
- Ετήσιο λειτουργικό κόστος 1% της αρχικής επένδυσης (με ετήσια αναπροσαρμογή 2%)
- Πενταετής δανεισμός του 50% με επιτόκιο δανεισμού 7% Στο συγκεκριμένο παράδειγμα που εξετάζουμε, η αποπληρωμή της επένδυσης γίνεται σε περίπου 7,5 χρόνια, ενώ το σύστημα θα αποφέρει σημαντικά οφέλη για μια ολόκληρη 25ετία. Συγκεκριμένα, όπως φαίνεται και στο σχήμα 1, το συνολικό όφελος για τον καταναλωτή ανέρχεται σε 44.400 ¤ στην 25ετία.
Στο συγκεκριμένο παράδειγμα – σχήμα 1, ο αυτοπαραγωγός έχει ένα συνολικό όφελος περί τις 28.900 ¤ μετά από φόρους, τόκους και αποσβέσεις στην 25ετία (όσο διαρκεί η Σύμβαση Συμψηφισμού που υπογράφει ο καταναλωτής με τη ΔΕΗ ή άλλο εναλλακτικό προμηθευτή). Η αποπληρωμή της επένδυσης γίνεται σε 7,3 έτη, ενώ η εσωτερική απόδοση (IRR) επί των ιδίων κεφαλαίων στην 25ετία είναι 16,6%. Κι εδώ οι αποδόσεις και ο χρόνος απόσβεσης είναι συνάρτηση του αρχικού κόστους, ενώ οι αποδόσεις βελτιώνονται και οι χρόνοι απόσβεσης μειώνονται αν τοποθετηθούν ταυτόχρονα και αντλίες θερμότητας σε αντικατάσταση κάποιου συμβατικού συστήματος θέρμανσης με πετρέλαιο.
Συμπερασματικά
Τελικά ο ενεργειακός συμψηφισμός αποτελεί ένα νέο θεσμικό εργαλείο που προσφέρει στον καταναλωτή τη δυνατότητα να εξοικονομήσει ένα σημαντικό ποσοστό των χρημάτων που πληρώνει σήμερα στους λογαριασμούς του ρεύματος. Η φιλοσοφία του νέου εργαλείου είναι πως το φωτοβολταϊκό δεν συνιστά μια επενδυτική ευκαιρία (όπως ήταν στο παρελθόν), αλλά ένα άριστο μέσο μείωσης της εξάρτησης του ιδιοκτήτη από το δίκτυο, η οποία και συνεπάγεται τη μείωση στους λογαριασμούς.
¶ρθρο του κ. Στέλιου Ψωμά, Συμβούλου του Συνδέσμου Εταιριών Φωτοβολταϊκών