Τα σύγχρονα τοπικά και ημικεντρικά συστήματα κλιματισμού διαθέτουν λειτουργία Inverter. Η λειτουργία Inverter δεν σχετίζεται με την αντιστροφή της λειτουργίας του κλιματιστικού συστήματος, αλλά αντίθετα επιτρέπει να μεταβάλλεται η ισχύς του συμπιεστή και να προσαρμόζεται σύμφωνα με τις πραγματικές θερμικές ανάγκες του χώρου που επιθυμούμε να θερμάνουμε ή να ψύξουμε. Όταν οι θερμικές απαιτήσεις είναι υψηλές ο συμπιεστής λειτουργεί μέχρι και στο 130% της ισχύος του, ενώ όταν οι απαιτήσεις είναι χαμηλές μόνο στο 30%. Όταν επιτευχθεί η ρυθμισμένη θερμοκρασία, ο μετατροπέας μειώνει την λειτουργία του συμπιεστή στο ρελαντί. Αντίθετα, τα κλιματιστικά συστήματα χωρίς Inverter παύουν την λειτουργία τους και εκκινούν εκ νέου σε μέγιστη ισχύ όταν αυξομειωθεί σημαντικά η θερμοκρασία του χώρου. Με την λειτουργία Inverter επιτυγχάνεται:
- Η σημαντική μείωση σε κατανάλωση ενέργειας της τάξεως του 20 με 30% συγκριτικά με ένα απλό σύστημα.
- Η ελαχιστοποίηση των επιπέδων θορύβου καθότι η συσκευή λειτουργεί συνεχόμενα σε χαμηλές στροφές.
Τα αυτόνομα συστήματα τέλος, εκτός από την ρύθμιση της θερμοκρασίας μπορούν να επιτελέσουν μια σειρά άλλων λειτουργιών. Συγκεκριμένα, μπορούν να λειτουργήσουν ως συστήματα αερισμού, τα οποία εξασφαλίζουν την σωστή ανανέωση του αέρα στο χώρο, αλλά και ως συστήματα μερικού ή πλήρους κλιματισμού. Στα συστήματα μερικού κλιματισμού, εκτός από την ανανέωση του αέρα, γίνεται και μικρή επεξεργασία αυτού, η οποία περιλαμβάνει κυρίως τον καθαρισμό και τη θέρμανση του αέρα. Αντίθετα σε ένα σύστημα πλήρους κλιματισμού οι διεργασίες είναι πολυάριθμες με τις πιο χαρακτηριστικές να είναι ο καθαρισμός και η ανανέωση του αέρα, η θέρμανση/ψύξη του χώρου, ή η ρύθμιση της υγρασίας με ύγρανση ή αφύγρανση. Τα πλεονεκτήματα τους είναι εμφανή, για αυτό και μονοπωλούν το ενδιαφέρον των καταναλωτών στη σημερινή αγορά.