Αν σε όλα αυτά προσθέσει κανείς την δυσκολία πρόσβασης στο χρηματοπιστωτικό σύστημα (νομικά και τραπεζικά όρια) γίνεται αντιληπτό ότι τα πράγματα έχουν αλλάξει και αυτή η αλλαγή δεν είναι αναστρέψιμη. Τι πρέπει να γίνει λοιπόν; Μα φυσικά να αλλάξουμε εμείς. Να αλλάξουμε τον προσανατολισμό μας, το τρόπο δουλειάς μας, το προϊόν/υπηρεσία που προσφέρουμε, τις σχέσεις μας με τους πελάτες μας. Με άλλα λόγια, να διαχειριστούμε αυτή την αλλαγή προς όφελός των πελατών, του κλάδου και ημών των ιδίων. Μετά το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, η αστυφιλία οδήγησε στην έκρηξη της ανοικοδόμησης που με την σειρά της τροφοδότησε σημαντικά το ΑΕΠ. Χωρίς να εξετάσουμε αν η ανοικοδόμηση αυτή έγινε σωστά ή λάθος, αν υπήρχαν (ή τηρήθηκαν) ορθολογικά πολεοδομικά κριτήρια κατά την επέκταση του ιστού των πόλεων κ.λπ., η οικοδομική/κατασκευαστική δραστηριότητα συνέβαλε τα μέγιστα στην ανάπτυξη της χώρας, τη δημιουργία βιομηχανικής βάσης, την απόκτηση τεχνογνωσίας, την εξειδίκευση χιλιάδων επαγγελματιών.
Τα κτίρια όμως (ανεξάρτητα από την χρήση τους, οικιακά ή εμπορικά/επαγγελματικά) είναι ενεργοβόρα. Χρειάζονται ενέργεια για φωτισμό, θέρμανση/ψύξη, παροχή νερού, αερισμό, διαχείριση λυμάτων, αποστράγγιση, πυρόσβεση κ.λπ. Ένα κτίριο μπορεί να έχει αρχικό κόστος κατασκευής (κόστος κτήσης), έστω Α, αλλά καθόλη την διάρκεια της ζωής του και της χρήσης του δημιουργεί έξοδα, έστω Β. Μερικά από τα έξοδα αυτά είναι τα ενεργειακά (ρεύμα, καύσιμο θέρμανσης κ.λπ.), τα έξοδα συντήρησης και επισκευών (οικοδομικών και ηλεκτρομηχανολογικών εγκαταστάσεων), τα έξοδα συμμόρφωσης (π.χ. διαμόρφωση ανελκυστήρα λόγω αλλαγής κανονισμών), και άλλα πολλά. Συνήθως μας απασχολεί μόνο το κόστος κτήσης (πόσο κάνει;) δίνοντας ελάχιστη ή και καθόλου σημασία στο κόστος χρήσης που είναι και το σημαντικότερο.
«Συνήθως μας απασχολεί
μόνο το κόστος κτήσης,
δίνοντας ελάχιστη ή και
καθόλου σημασία στο κόστος χρήσης, που είναι και
το σημαντικότερο».
Μεγάλες δυνατότητες εξοικονόμησης
Ευθύνη του μελετητή μηχανικού, του κατασκευαστή, του εγκαταστάτη, του εμπόρου αλλά και της πολιτείας, είναι τα κτίρια να κατασκευάζονται με τέτοιο τρόπο ώστε να έχουν την λιγότερη δυνατή ενεργειακή κατανάλωση, παρέχοντας ταυτόχρονα την μεγαλύτερη δυνατή άνεση και ασφάλεια στον χρήστη. Με την πάροδο των ετών, η ανάγκη συνεχούς μείωσης της κατανάλωσης ενέργειας (τόσο λόγω της εξάρτησης από το πετρέλαιο και της αύξησης του κόστους του, όσο και λόγω της ανάγκης προστασίας του περιβάλλοντος από τους εκλυόμενους ρύπους) εξέλιξε σε πολύ μεγάλο βαθμό τις χρησιμοποιούμενες τεχνολογίες θέρμανσης - ψύξης, αλλά και τα διαθέσιμα στην αγορά προϊόντα, με αποτέλεσμα την δυνατότητα επίτευξης σημαντικά μεγάλης οικονομίας και παράλληλα μείωσης της περιβαλλοντολογικής επιβάρυνσης. Αυτό οδήγησε την Ε.Ε. να εκδώσει οδηγίες τόσο προς την υποχρεωτική ενεργειακή συμμόρφωση των κτιρίων (νέων και υπαρχόντων) όσο και στην παροχή κινήτρων για την εφαρμογή της. Το ιδιαίτερα ενθαρρυντικό στοιχείο είναι ότι λόγω της δυνατότητας μεγάλης εξοικονόμησης (μπορεί υπό συνθήκες να φθάσει το 80%) η απόσβεση της επένδυσης γίνεται γρήγορα.
Είναι φανερό λοιπόν ότι μια «νέα αγορά» έχει δημιουργηθεί, αυτή της «εξοικονόμησης ενέργειας» που ουσιαστικά αφορά την ανακαίνιση/αναβάθμιση των κτιρίων τόσο σε ότι αφορά δομικά στοιχεία (μόνωση/κουφώματα) όσο και στον ηλεκτρομηχανολογικό εξοπλισμό. Ειδικά για τον δεύτερο, έχει αποδειχθεί ότι με μικρής έκτασης επεμβάσεις (όσον αφορά στην όχληση των χρηστών, την χρονική διάρκεια, το ύψος της επένδυσης κ.λπ.) επιτυγχάνονται θεαματικά αποτελέσματα.
«Με μικρής έκτασης
επεμβάσεις επιτυγχάνονται
θεαματικά αποτελέσματα».
Η σημασία της μελέτης
Επειδή όμως κάθε κτίριο είναι μοναδικό και κάθε εγκατάσταση ιδιαίτερη, είναι απαραίτητη η αρχική μελέτη, η σωστή προδιαγραφή των υλικών, η επιλογή της ανάλογης μεθόδου επέμβασης και η άρτια εγκατάσταση και ακριβής ρύθμιση της. Καλείται λοιπόν όλος ο «τεχνικός» κόσμος που κινείται γύρω από τις κατασκευές να αλλάξει προσανατολισμό. Να αναγνωρίσει αυτή την «νέα» αγορά και ανάλογα την θέση του και την εργασία του να προσαρμοστεί σε αυτά τα νέα δεδομένα. Δεν αρκούν «ενεργειακά ενήμερα» προϊόντα αν δεν γνωρίζουμε σε ποια εγκατάσταση θα αποδώσουν καλύτερα, κάτω από ποιες συνθήκες πρέπει να δουλεύουν, πως ρυθμίζονται, με ποια άλλα εξαρτήματα και συσκευές συνεργάζονται. Η σωστή διάγνωση και αρχική μελέτη ανάλογα με την υφιστάμενη εγκατάσταση και την χρήση της, έχοντας γνώμονα τόσο την βέλτιστη και οικονομική λειτουργία όσο και το κόστος της επένδυσης και τον χρόνο απόσβεσης, είναι αναγκαία προϋπόθεση για να ξεκινήσει μια συζήτηση αναβάθμισης.
Πρέπει λοιπόν να «μιλάμε» μεταξύ μας και κυρίως με τον τελικό χρήστη (που είναι και αυτός που θα «υποστεί» τις συνέπειες της επιλογής μας), όχι μόνο τεχνικά αλλά κυρίως οικονομικά. Δεν χρειάζεται να περιμένουμε να χαλάσει κάτι για να αντικατασταθεί με νέο χαμηλής κατανάλωσης! Το παλαιό είναι κατά μία έννοια ήδη «χαλασμένο» μιας και δεν ανταποκρίνεται στις νέες ενεργειακές και περιβαντολογικές απαιτήσεις. Έχουμε υποχρέωση και συμφέρον να πληροφορήσουμε τον πελάτη μας για τις δυνατότητες που έχει και με πλήρη, σαφή και ορθολογικό τρόπο να του προτείνουμε την η τις λύσεις που είναι οι πλέον συμφέρουσες για αυτόν.
Αυτό απαιτεί νέες γνώσεις και δεξιότητες, απαιτεί πλήρη αναθεώρηση και αυστηρή προσαρμογή των διατιθέμενων προϊόντων (υπάρχει πλέον και κοινοτική νομοθεσία που καθορίζει ποια προϊόντα μπορούν να διακινούνται στην Ε.Ε), υιοθέτηση προσέγγισης στον τελικό χρήστη (αλλά και στον εγκαταστάτη) βασισμένη όχι μόνο στην τιμή αγοράς (κτήσης) αλλά και στο κόστος χρήσης καθΆ όλη την διάρκεια ζωής της εγκατάστασης και του προϊόντος.
Οι συγκυρίες είναι τέτοιες που όχι μόνο ευνοούν αλλά απαιτούν αλλαγή νοοτροπίας και συμπεριφοράς. Το κέρδος θα είναι για όλους και πολλαπλό.
«Δεν χρειάζεται να
περιμένουμε να χαλάσει
κάτι για να αντικατασταθεί με νέο χαμηλής κατανάλωσης!»