Όπως ήδη έχει αναφερθεί, τα αυτόνομα φωτοβολταϊκά είναι συστήματα παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας με τη βοήθεια του ήλιου και μόνο. Αναλυτικότερα, όσο υπάρχει φως από τον ήλιο, τα φωτοβολταϊκά φορτίζουν μία συστοιχία μπαταριών, ενώ ταυτόχρονα ικανοποιούν τις ηλεκτρικές απαιτήσεις του χρήστη. Με την απουσία φωτός (νύχτα, συννεφιά) ο χρήστης μπορεί να ηλεκτροδοτείται λαμβάνοντας από τις μπαταρίες την ενέργεια που έχει συσσωρευτεί κατά τη διάρκεια της ηλιοφάνειας. Πολλές φορές τα συστήματα αυτά υποβοηθούνται από ανεμογεννήτρια, από γεννήτρια παραγωγής ρεύματος (Η/Ζ), από υδρογεννήτρια ή ακόμη και από το δημόσιο δίκτυο ηλεκτρισμού, εφόσον βέβαια αυτό είναι εφικτό (σε αυτές τις περιπτώσεις το σύστημα ονομάζεται αυτόνομο υβριδικό).
Βασικό πλεονέκτημα των αυτόνομων συστημάτων είναι η ανεξαρτησία που χαρίζουν στον χρήστη, καθώς απολαμβάνει τις ανέσεις του ηλεκτρικού ρεύματος, χωρίς την ύπαρξη δημόσιου δικτύου ηλεκτρισμού. Επίσης, όπως θα φανεί και στα παρακάτω παραδείγματα, η απόσβεση μπορεί να γίνει πολύ σύντομα ειδικά όταν το κόστος για τη διασύνδεση ενός κτιρίου με το δημόσιο δίκτυο είναι υψηλό. Τέλος, ανάμεσα στα μειονεκτήματα των αυτόνομων συστημάτων θα μπορούσαμε να διακρίνουμε το υψηλό, σχετικά, αρχικό κόστος εξαιτίας κυρίως των ακριβών συσσωρευτών. Στο σημείο αυτό σημειώνεται ότι η ραγδαία αύξηση της αγοράς των αυτόνομων συστημάτων αναμένεται να προκαλέσει ανάλογη πτώση του κόστους τους τα επόμενα 5 έτη.
Τα αυτόνομα φωτοβολταϊκά συστήματα μπορούν να ικανοποιήσουν κάθε ανάγκη του χρήστη, από μία μικρή αγροικία μέχρι τριφασικές εγκαταστάσεις μεγάλου μεγέθους (πχ ένα μικρό χωριό ή μια μεγάλη ξενοδοχειακή επιχείρηση). Συνήθως, τα αυτόνομα επιλέγονται για κατοικίες ή για επιχειρήσεις που δεν έχουν διασύνδεση με το δημόσιο δίκτυο ηλεκτρισμού κυρίως για λόγους κόστους. Δεν είναι λίγες επίσης οι περιπτώσεις που επιλέγονται τέτοια συστήματα ως back-up λύση για περιπτώσεις συχνών διακοπών ρεύματος.
Στη συνέχεια μπορούμε να δούμε με την βοήθεια παραδειγμάτων (πραγματικές περιπτώσεις) πότε συμφέρει πραγματικά η εγκατάσταση ενός αυτόνομου φωτοβολταϊκού.
Παράδειγμα 1: Μικρή Εξοχική κατοικία χωρίς σύνδεση με τη ΔΕΗ
Ως πρώτο παράδειγμα μπορούμε να μελετήσουμε μία μικρή εξοχική κατοικία με αδύνατη πρόσβαση στο δημόσιο δίκτυο (για λόγους οικονομικούς, πολεοδομικούς ή απλά ανεξαρτησίας). Οι ανάγκες περιορίζονται στη λειτουργία ενός ψυγείου, τον φωτισμό και την τηλεόραση (ίσως ραδιόφωνο, ανεμιστήρα, laptopκοκ.), δηλαδή περίπου 2 kWh την ημέρα για τους θερινούς μήνες και για τα Σαββατοκύριακα τον υπόλοιπο χρόνο.
Για να λάβουμε 2 kWh κατά τους θερινούς μήνες χρειαζόμαστε τουλάχιστον φωτοβολταϊκά πλαίσια ισχύος 500 Wp (πχ 2-3 πάνελ των 250 Wp). Θέτοντας ως στόχο μία ελάχιστη αυτονομία 2 ημερών απαιτούνται στα 24V περίπου 400-500 Ah χωρητικότητα μπαταρίας, ενώ ένας αντιστροφέας 800-1200 VAθα ήταν επαρκής ακόμη και για την ταυτόχρονη τροφοδότηση όλων των ανωτέρω ηλεκτρικών φορτίων.
Το κόστος προμήθειας υλικών και εγκατάστασης ενός αυτόνομου φωτοβολταϊκού συστήματος με τις ανωτέρω προδιαγραφές κυμαίνεται από 2.000¤ έως 3.000¤ (πλέον του ΦΠΑ), ανάλογα με την ποιότητα και την προέλευση των υλικών που θα χρησιμοποιηθούν.
Είναι φανερό ότι το κόστος είναι πολύ χαμηλό ώστε να τροφοδοτηθούν οι ηλεκτρικές ανάγκες μιας μικρής εξοχικής κατοικίας, όπου η μόνη εναλλακτική για ηλεκτροδότηση είναι μία θορυβώδης ηλεκτρογεννήτρια με συχνές βλάβες και αρκετή κατανάλωση υγρών καυσίμων.
Παράδειγμα 2: Μόνιμη κατοικία με σύνδεση με τη ΔΕΗ
Ως δεύτερο παράδειγμα λαμβάνεται μία κύρια κατοικία τετραμελούς οικογένειας εμβαδού 80-100τμ χωρίς πισίνα, αντλία θερμότητας ή εσωτερικό ασανσέρ, με ηλιακό θερμοσίφωνα και θέρμανση από πηγή διαφορετική του ηλεκτρισμού.
Η μέση ελληνική οικογένεια καταναλώνει 3.000-4.000 kWh ηλεκτρικής ενέργειας ετησίως,που σημαίνει περίπου 10 kWh την ημέρα. Για να λάβουμε από τον ήλιο 10 kWh ημερησίως κατά τη διάρκεια του χειμώνα χρειαζόμαστε τουλάχιστον 4 kWp φωτοβολταϊκά πλαίσια. Τα 4 kWp φωτοβολταϊκά είναι ικανά να δώσουν 9-11 kWh ημερησίως μία ηλιόλουστη μέρα κατά τη διάρκεια του χειμώνα και 20-25 kWh ημερησίως το καλοκαίρι.
Στο παράδειγμα αυτό μπορούμε να παρατηρήσουμε ένα μειονέκτημα των αυτόνομων φωτοβολταϊκών συστημάτων έναντι των φωτοβολταϊκών αυτοπαραγωγής με ετήσιο συμψηφισμό, καθώς για να καλύψουμε τις ανάγκες του χρήστη κατά τη διάρκεια του χειμώνα έχουμε τεράστια περίσσεια ενέργειας το καλοκαίρι, η οποία παραμένει ανεκμετάλλευτη.
Το αυτόνομο που θα επιλέγαμε θα είχε τουλάχιστον 1000 Ah συσσωρευτές στα 48Vκαι αντιστροφέα 5.000-8.000 VA. Το κόστος ενός τέτοιου συστήματος με την εγκατάσταση και τον ΦΠΑ ανέρχεται στα 15.000-18.000¤ και η απόσβεση του αρχικού κεφαλαίου ξεπερνά τα 15 έτη. Θεωρώντας ότι το κτίριο ήδη ηλεκτροδοτείται από τη ΔΕΗ, παρατηρούμε ότι οι μόνοι λόγοι που θα μπορούσε κανείς να προβεί σε εγκατάσταση αυτόνομου φωτοβολταϊκού συστήματος θα ήταν είτε για λόγους περιβαλλοντικής ευαισθησίας, είτε για λόγους αυτονομίας, είτε για λόγους ανεξαρτησίας σε περίπτωση black-out.
Αν το κτίριο δεν είχε δυνατότητα διασύνδεσης με το δημόσιο δίκτυο ηλεκτρισμού (ή αν το κόστος διασύνδεσης ξεπερνούσε για παράδειγμα τα 15.000¤ - είτε κόστος επέκτασης δικτύου, είτε κόστος νομιμοποίησης κτιρίου) τότε η εγκατάσταση ενός αυτόνομου φωτοβολταϊκού συστήματος θα ήταν μονόδρομος.
Παράδειγμα 3: Επιχείρηση camping χωρίς σύνδεση με τη ΔΕΗ
Στο τελευταίο παράδειγμα αυτόνομων φωτοβολταϊκών εξετάζουμε μία επιχείρηση camping απομακρυσμένη από το δημόσιο δίκτυο. Οι ηλεκτρικές ανάγκες της περιορίζονται χρονικά στους θερινούς μήνες και δεν ξεπερνούν τις 60-80 kWh την ημέρα, γεγονός που συμβαδίζει με την περίοδο μέγιστης απόδοσης των φωτοβολταϊκών πλαισίων. Επιπλέον το κόστος διασύνδεσης με το δημόσιο δίκτυο ανέρχεται σε 70.000¤.
Η επιλογή του αυτόνομου φωτοβολταϊκού σε αυτή την περίπτωση είναι άκρως συμφέρουσα, καθώς το κόστος ενός φωτοβολταϊκού με ισχύ 12 kWp, μία ανεμογεννήτρια 1kW, 3 αντιστροφείς 10 kVA και μία συστοιχία συσσωρευτών περίπου 3-4.000 Αh στα 48V,δεν ξεπερνά το κόστος διασύνδεσης με τη ΔΕΗ, με επιπλέον όφελος το μηδενικό κόστος ρεύματος και την φιλικότητα στο περιβάλλον, που ο μέσος πελάτης της συγκεκριμένης επιχείρησης θα εκτιμήσει ιδιαίτερα.
2. Διασυνδεδεμένα Φωτοβολταϊκά Συστήματα
Τα διασυνδεδεμένα φωτοβολταϊκά είναι συστήματα χωρίς μπαταρίες διασυνδεδεμένα με το δημόσιο δίκτυο, τα οποία διοχετεύουν την παραγόμενη ενέργεια στο δίκτυο είτε με κάποια προσυμφωνημένη αποζημίωση (φωτοβολταϊκά συστήματα σταθερής εγγυημένης τιμής - ταρίφας) είτε διενεργώντας ενεργειακό συμψηφισμό παραγωγής-κατανάλωσης (φωτοβολταϊκά συστήματα αυτοπαραγωγής–net metering).
Τα διασυνδεδεμένα φωτοβολταϊκά επιλέγονται είτε ως επενδυτικό προϊόν (φωτοβολταϊκά με ταρίφα), είτε ως λύση εξοικονόμησης ενέργειας και κατΆ επέκταση χρημάτων (φωτοβολταϊκά συμψηφισμού – αυτοπαραγωγής) και απαραίτητη προϋπόθεση για την επιλογή τους είναι ύπαρξη διασύνδεσης με το δημόσιο δίκτυο ηλεκτρισμού στο κτίριο υπό μελέτη.
2.1 Φωτοβολταϊκά με σταθερή εγγυημένη τιμή (ταρίφα)
Τα φωτοβολταϊκά με ταρίφα (feed-in-tariff) είναι διασυνδεδεμένα συστήματα «λογιστικού συμψηφισμού» (ο συμψηφισμός γίνεται σε ¤ και όχι σε kWh όπως στο net metering), τα οποία διοχετεύουν όλη την παραγόμενη ενέργεια στο δημόσιο δίκτυο απολαμβάνοντας κάποια προσυμφωνημένη αποζημίωση (ταρίφα).
Στα πρώτα χρόνια ευρείας εμφάνισης των φωτοβολταϊκών τα συγκεκριμένα συστήματα αποτελούσαν την πλειοψηφία, καθώς δόθηκαν από τα κράτη δελεαστικές (έως κραυγαλέα υψηλές) αποζημιώσεις με σκοπό αφενός μεν την γνωριμία του κοινού με την τεχνολογία, αφετέρου δε, την προσέλκυση επενδύσεων. Στα περισσότερα κράτη οι υψηλές αυτές ταρίφες πλέον είτε έχουν καταργηθεί είτε έχουν μειωθεί δραστικά με αποτέλεσμα η επιλογή ενός φωτοβολταϊκού ταρίφας να συμφέρει μόνο σε ελάχιστες περιπτώσεις.
Στην Ελλάδα η αποζημίωση για ένα οικιακό φωτοβολταϊκό στέγης ανέρχεται στα 11 λεπτά/kWh με μέγιστο όριο ισχύος τα 10 kWp. Απαιτείται νομιμότητα του κτιρίου εγκατάστασης και μπορεί να γίνει μόνο από τον ιδιοκτήτη του ακινήτου (με τις κατάλληλες άδειες συνιδιοκτητών).
Παρά τις μειώσεις που έχει υποστεί τα τελευταία χρόνια η αποζημίωση της παραγόμενης kWh,υπάρχουν περιπτώσεις που η εγκατάσταση ενός φωτοβολταϊκού με ταρίφα εξακολουθεί να συμφέρει, όπως λόγου χάρη στο παρακάτω παράδειγμα.
Παράδειγμα: Εξοχική κατοικία με σύνδεση στη ΔΕΗ
Ας πάρουμε σαν παράδειγμα μία εξοχική κατοικία σχετικά μεγάλη σε εμβαδόν (περίπου 120τμ), της οποίας η χρήση δεν ξεπερνά τις 80 μέρες ετησίως και η ετήσια κατανάλωση σε ηλεκτρικό ρεύμα δεν υπερβαίνει τις 2.000 kWh.
Αν ο ιδιοκτήτης επιλέξει την λύση της αυτοπαραγωγής, θα πρέπει να εγκαταστήσει ένα φωτοβολταϊκό ισχύος περίπου 1.5 kWp με κόστος τουλάχιστον 3.000¤ συμπεριλαμβανομένου του ΦΠΑ και της εγκατάστασης. Το κέρδος που θα έχει ανέρχεται περίπου σε 250¤ το έτος και ο χρόνος απόσβεσης της επένδυσης ξεπερνά τα 12 χρόνια.
Αν επιλεγεί η λύση του αυτόνομου φωτοβολταϊκού συστήματος θα πρέπει να διερευνηθεί η ημερήσια κατανάλωση σε ρεύμα τις ημέρες που ο χρήστης βρίσκεται στο εξοχικό, η οποία αγγίζει περίπου τις 20 kWh.
Σε αυτή την περίπτωση θα πρέπει είτε να τοποθετηθεί ένα φωτοβολταϊκό σαν εκείνο του παραδείγματος 2 της ενότητας των αυτόνομων φωτοβολταϊκών με πολύ μεγάλο κόστος, είτε θα πρέπει ο χρήστης να θυσιάσει κάποιες από τις ανέσεις του, τοποθετώντας ένα πολύ μικρότερο φωτοβολταϊκό.
Τέλος, αν επιλεγεί η λύση του φωτοβολταϊκού ταρίφας, μπορεί να προταθεί ένα φωτοβολταϊκό 10 kWp με κόστος 14.000¤ έως 15.000¤ συμπεριλαμβανομένου του ΦΠΑ και της εγκατάστασης (επίσης, συμπεριλαμβάνεται το τέλος σύνδεσης με ΔΕΗ), το οποίο θα παράγει 15-16.000 kWh το χρόνο, δηλαδή η επένδυση θα επιστρέφει 1.700-1800¤. Σε αυτή την περίπτωση η απόσβεση της επένδυσης εκτιμάται περίπου στα 8 έτη.
Το βασικό πλεονέκτημα της παραπάνω επιλογής είναι η εκμηδένιση του κόστους διατήρησης μίας εξοχικής κατοικίας (ΔΕΗ, ΕΝΦΙΑ κλπ.) για τον χρήστη, απλά εκμεταλλευόμενος το «άχρηστο» μέχρι πρότινος δώμα του, χωρίς να μειώσει ούτε κατΆ ελάχιστον τις ηλεκτρικές ανέσεις που απολαμβάνει.
2.2 Φωτοβολταϊκά Συστήματα Αυτοπαραγωγής – Net Metering
Τα φωτοβολταϊκά αυτοπαραγωγής είναι διασυνδεδεμένα συστήματα ενεργειακού συμψηφισμού. Ανάλογα με την νομοθεσία ορίζεται μία χρονική περίοδος (για την Ελλάδα είναι 1 έτος) κατά την οποία συμψηφίζεται η παραγόμενη από τα φωτοβολταϊκά με την καταναλισκόμενη ενέργεια.
Το net metering υφίσταται εδώ και αρκετά χρόνια σε πολλές χώρες του εξωτερικού, έχοντας ήδη περάσει σε επόμενη φάση συστημάτων net metering με αποθήκευση ενέργειας σε συσσωρευτές.
Επίσης, στις περισσότερες χώρες επιτρέπεται ο συμψηφισμός ενέργειας που παράγεται σε ένα κτίριο να διενεργείται για απομακρυσμένη κατανάλωση (virtual net metering).
Στην Ελλάδα εισήχθησαν νομοθετικά το 2015 και με ταχύτατους ρυθμούς εξαπλώνονται κυρίως σε ενεργοβόρες και μεγάλες σε εμβαδό μονοκατοικίες αλλά και σε επιχειρήσεις (κυρίως ξενοδοχειακές) με μεγάλη κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας. Όπως προαναφέρθηκε, ο συμψηφισμός γίνεται ετησίως και το όριο ισχύος για οικιακούς καταναλωτές είναι τα 20 kWp,ενώ για επιχειρήσεις το μισό της συμφωνημένης ισχύος έως 500 kWp (με διαφοροποιήσεις κατά περιοχές).
Επιπλέον, προς το παρόν δεν επιτρέπεται η αποθήκευση ενέργειας σε συσσωρευτές, καθώς και ο συμψηφισμός ενέργειας απομακρυσμένων εγκαταστάσεων (virtual net metering).
Στο συμψηφισμό ενέργειας με το σχήμα της αυτοπαραγωγής συνυπολογίζονται πέραν του κόστους κάθε kWh μέρος των τελών (λόγου χάρη τέλος δικτύου). Ανάλογα με την εφαρμογή, το κέρδος ανά kWh που μπορεί να έχει ο χρήστης κυμαίνεται από 12 σεντς ανά kWhέως 16 σεντς ανά kWh με κερδισμένους εκείνους τους χρήστες οι οποίοι χρησιμοποιούν την περισσότερη ενέργεια τη στιγμή που παράγεται (μειώνονται τα τέλη χρήσης δικτύου αν η κατανάλωση γίνεται την στιγμή της παραγωγής).
Η διαδικασία αδειοδότησης είναι απλή και χρονικά δεν διαρκεί περισσότερο από 2 μήνες. Βασική προϋπόθεση για να εκκινήσει είναι η νομιμότητα του κτιρίου εγκατάστασης αλλά και η εξόφληση του τελευταίου λογαριασμού. Τέλος, μπορεί να τοποθετηθεί από τον ιδιοκτήτη ή κάποιον έχοντα νόμιμο συμφέρον (ενοικιαστή) και τις απαιτούμενες άδειες (άδεια ιδιοκτήτη και συνιοδιοκτητών), επί του δώματος, της κεραμοσκεπής ακόμη και επί εδάφους στον περιβάλλοντα χώρο (ή και σε όμορο χώρο).
Η απόδοση μίας επένδυσης σε φωτοβολταϊκό αυτοπαραγωγής δεν έχει πάντα την ίδια απόδοση αρχικού κεφαλαίου. Παρακάτω με τη βοήθεια παραδειγμάτων μπορούμε να παρατηρήσουμε του λόγου το αληθές.
Παράδειγμα 1: Μέση κατοικία 70 τμ σε πολυκατοικία
Με δεδομένο ότι η μέση ετήσια κατανάλωση σε ηλεκτρικό ρεύμα είναι 3.000-4.000 kWh και ο ιδιοκτήτης της επιλέξει να εγκαταστήσει ένα φωτοβολταϊκό σύστημα αυτοπαραγωγής ισχύος 2-3
kWp τότε θα πρέπει να επενδύσει τουλάχιστον (4.000-5.000¤) για να κερδίσει περίπου 500¤ το χρόνο ωθώντας την απόσβεση της επένδυσης χρονικά πέρα από τα 10 έτη, συνυπολογίζοντας κάποιο μικρό κόστος συντήρησης-βλαβών.
Η επένδυση δεν είναι απόλυτα συμφέρουσα καθώς το μικρό μέγεθος του συστήματος αυξάνει το κόστος ανά εγκατεστημένο kWp (δεδομένου ότι πολλά κόστη είναι ανελαστικά – τέλη ΔΕΗ, πίνακες, παροχικό καλώδιο, μετρητής, modem, μελέτη-εγκατάσταση κλπ.). Επιπλέον, η απαίτηση για έγγραφη αδειοδότηση της απόλυτης πλειοψηφίας των συνιδιοκτητών στην πολυκατοικία, ως απαραίτητη προϋπόθεση για να εκκινήσει το όλο εγχείρημα, δυσχεραίνει την επίτευξη συμφωνίας.
Παράδειγμα 2: Μονοκατοικία με πισίνα και α/θ
Το δεύτερο παράδειγμα net metering είναι το χαρακτηριστικότερο ίσως παράδειγμα που η εγκατάσταση φωτοβολταϊκού αυτοπαραγωγής σε κατοικίες κρίνεται απόλυτα συμφέρουσα.
Υποθέτοντας μία μονοκατοικία επιφανείας 200-400 τμ με πισίνα και αντλία θερμότητας, όπου η μέση ετήσια κατανάλωση σε ηλεκτρικό ρεύμα κυμαίνεται από 20.000 kWh έως 25.000 kWh. Το προτεινόμενο φωτοβολταϊκό σύστημα θα είχε ισχύ περίπου 12-15 kWp και κόστος 16.000-21.000¤. Η εξοικονόμηση χρημάτων που θα μπορούσε να επιτευχθεί είναι 3-4.000¤ φέρνοντας την απόσβεση της επένδυσης χρονικά κοντά στα 5 έτη και την απόδοση κοντά στο 20% επί του αρχικού κεφαλαίου.
Παράδειγμα 3: Ξενοδοχειακή επιχείρηση με σύνδεση με τη ΔΕΗ
Ως τελευταίο παράδειγμα παραθέτουμε μία ξενοδοχειακή επιχείρηση με ετήσια κατανάλωση που κυμαίνεται κοντά στις 80.000 kWh. Το προτεινόμενο φωτοβολταϊκό έχει ισχύ 50 kWp και κόστος περίπου 50-60.000 ευρώ επιπλέον ΦΠΑ. Λαμβάνοντας υπόψη την έκπτωση του ΦΠΑ και τις αποσβέσεις παγίων του συστήματος ως δαπάνη της επιχείρησης η απόσβεση της επένδυσης εκτιμάται ότι θα γίνει χρονικά σε λιγότερο από 5 έτη.
Συμπέρασμα
Καταλήγοντας, τα φωτοβολταϊκά συστήματα κάθε είδους συμφέρουν ανάλογα με το προφίλ ενεργειακής χρήσης κάθε κτιρίου. Συνοπτικά αναφέρουμε ότι αν δεν υπάρχει δίκτυο ΔΕΗ, τότε η επιλογή εγκατάστασης ενός αυτόνομου φωτοβολταϊκού συστήματος είναι μονόδρομος. Επίσης, αν υπάρχουν συχνές διακοπές ρεύματος ή φόβος γενικού black-out, πάλι η ενδεδειγμένη επιλογή είναι το αυτόνομο σύστημα. Αν το κτίριο έχει ΔΕΗ, αλλά γίνεται περιστασιακή χρήση αυτού και συνεπώς πραγματοποιείται μικρή κατανάλωση σε ηλεκτρικό ρεύμα, θα μπορούσε να τοποθετηθεί ένα φωτοβολταϊκό με αποζημίωση/kWh του προγράμματος «φωτοβολταϊκά σε στέγες». Τέλος, αν πρόκειται για ένα κτίριο με μεγάλη κατανάλωση σε ηλεκτρικό ρεύμα (της τάξεως πάνω από 10.000 kWh ετησίως) και ειδικά αν πρόκειται για επιχείρηση, η ορθότερη επιλογή είναι η εγκατάσταση ενός φωτοβολταϊκού net metering. Σε κάθε περίπτωση ο ενδιαφερόμενος θα πρέπει να απευθυνθεί σε μηχανικό ή εταιρεία με εμπειρία σε μελέτη και εγκατάσταση φωτοβολταϊκών συστημάτων και των τριών ειδών και με την κατάλληλη καθοδήγηση να επιλέξει την πλέον συμφέρουσα λύση.
¶ρθρο του κ. Μιχαήλ Νικ. Πέτσιου, Διδάκτορος ΕΜΠ, Διπλ. Ηλεκτρολόγου Μηχανικού, Γενικού Διευθυντή της MP-Energy Solutions