ΥΠΕΝ: Ύψιστη προτεραιότητα η εξοικονόμηση ενέργειας
Διαβάστηκε από 1442 αναγνώστες -
Την εξοικονόμηση ενέργειας έθεσε σε πρώτο πλάνο για το υπουργείο Ενέργειας και Περιβάλλοντος, ο ίδιο ο υπουργός ΠΕΝ, Πάνος Σκουρλέτης, στο Ενεργειακό Συνέδριο «Ενεργειακή μετάβαση στην Ελλάδα και την Γερμανία - Προοπτικές για το 2020 κι έπειτα».
O υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Πάνος Σκουρλέτης, μίλησε στο Ενεργειακό Συνέδριο «Ενεργειακή μετάβαση στην Ελλάδα και την Γερμανία - Προοπτικές για το 2020 κι έπειτα» και μεταξύ άλλων προανήγγειλε ότι σύντομα θα είναι έτοιμο το νέο πρόγραμμα Εξοικονομώ «ΚατΆοίκον».
Στο πλαίσιο το Συνεδρίου δε, υπεγράφη από τον κ. Σκουρλέτη και τον Αντικαγκελάριο και Ομοσπονδιακό Υπουργό Οικονομίας και Ενέργειας της Γερμανίας, Sigmar Gabriel Κοινή Διακήρυξη Προθέσεων για συνεργασία στον τομέα των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (Επισυνάπτεται).
Ακολουθούν σημεία από την ομιλία του Υπουργού:
«Κύριε Αντικαγκελάριε,
Κύριε υπουργέ της Οικονομίας,
Κυρίες και Κύριοι,
Αυτές τις, απαιτητικές για την Ευρώπη, ημέρες όπου το Brexit σηματοδοτεί το τέλος μιας εποχής ή ενδεχομένως επισφραγίζει διεργασίες που έχουν συντελεστεί εδώ και καιρό, η έννοια της μετάβασης μπορεί να έχει πολλές αναγνώσεις.
Μέχρι χθες, ορισμένοι μιλούσαμε για την ανάγκη επαναφοράς της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο μονοπάτι των ιδρυτικών Αξιών της. Σήμερα βρεθήκαμε να συζητάμε για τη αναγκαιότητα θωράκισης της συνοχής της. Και δυστυχώς, πολλοί δεν μπορούν να αντιληφθούν το πρόβλημα.
Αναζητούν απαντήσεις σε λάθη τακτικής, ενώ αποδοκιμάστηκαν στρατηγικές.
Το περιορίζουν σε ηγετικά πρόσωπα, όταν αφορά εκατοντάδες εκατομμύρια πολίτες της Ευρώπης.
Το αποδίδουν σε κάποια οικονομοτεχνική αστοχία, ενώ απορρίφθηκε συνολικά το μοντέλο της ύφεσης και της λιτότητας.
Ήρθε λοιπόν η ώρα των σωστών συμπερασμάτων και των κατάλληλων επιλογών.
Η λύση είναι περισσότερη δημοκρατία.
Περισσότερη κοινωνική δικαιοσύνη.
Περισσότερη ενότητα κι αλληλεγγύη.
Εγκατάλειψη της συνταγής λιτότητας.
Αυτοί είναι, πράγματι, μερικοί καλοί λόγοι για να στηρίξει κάποιος μια Ένωση κρατών.
Επιτρέψτε μου όμως σΆ αυτό το σημείο τη «μετάβαση» στα ενεργειακά θέματα. Διανύουμε λοιπόν, μια μεταβατική περίοδο που μας οδηγεί σε μεγάλες αλλαγές. Η ενεργειακή ασφάλεια βρίσκεται στο επίκεντρο και επιχειρείται να ενισχυθεί με τη θέσπιση κανόνων αλληλεγγύης ανάμεσα στα κράτη μέλη, με διαφοροποίηση των πηγών – όπως στην περίπτωση του αγωγού φυσικού αερίου TAP- και με σκέψεις για διαφοροποίηση των οδεύσεων. Η αγορά ηλεκτρικής ενέργειας αλλάζει με το target model. Προωθείται η Ενεργειακή Ένωση. Οι διασυνδέσεις αναγορεύονται σε κρίσιμες συνιστώσες του κοινού ενεργειακού μέλλοντος. Οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας συνιστούν σημαντικό συντελεστή της ενεργειακής ανάπτυξης, παρΆ ότι ο κόσμος μας δεν είναι έτοιμος να εγκαταλείψει τις συμβατικές μορφές ηλεκτροπαραγωγής. Την ίδια στιγμή, οι γεωπολιτικές ισορροπίες αλλάζουν κάθε φορά που ανακαλύπτεται ένα μεγάλο ενεργειακό κοίτασμα, όπως γίνεται στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου.
Το θα γίνει λοιπόν μετά το 2020; Η πολιτική απάντηση μοιάζει εύκολη. Περισσότερες ΑΠΕ, λιγότερος άνθρακας. Νέες τεχνολογίες για την παραγωγή των όλο και πιο δυσπρόσιτων υδρογονανθράκων. Αποθήκευση ενέργειας, ηλεκτροκίνηση, «πράσινα» νησιά, εξοικονόμηση, ενεργειακή απόδοση. Ακόμη περισσότερες συνεργασίες εντός της ΕΕ, αλλά και με τρίτες χώρες, καθώς η ανάγκες αυξάνονται. Είμαι σίγουρος ότι οι αναλύσεις των ειδικών θα είναι πιο σύνθετες και περιεκτικές, αλλά αυτή είναι η κεντρική ιδέα.
Ωστόσο, πιστεύω ότι για να περιγράψουμε με ασφάλεια την προοπτική μετά το 2020, οφείλουμε πρώτα να απαντήσουμε θετικά στις σημερινές προκλήσεις. Η ενεργειακή πολιτική μας, μέσω και έξω από τη χώρα, το επιχειρεί εναρμονιζόμενη με τις καθοριστικές προσπάθειες στους τομείς της Εθνικής Οικονομίας και της Ανάπτυξης. Προς αυτή την κατεύθυνση, ενθαρρύνουμε επενδύσεις, αναζητούμε καινοτομίες, ενδιαφερόμαστε για συμπράξεις στην αγορά, αλλά και για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και την αύξηση του μεριδίου αξιοποίησης των νέων τεχνολογιών από τις τοπικές κοινωνίες εκεί που χρειάζεται, για παράδειγμα στα νησιά. Σε ένα σημείο που επιμένουμε και καταγράφονται ήδη τα πρώτα μέτρα, είναι η μείωση του ενεργειακού κόστους για τους οικιακούς καταναλωτές και της επιχειρήσεις.
Η ενεργειακή πολιτική αποτελεί βασικό πυλώνα για την αναπτυξιακή και παραγωγική προσπάθεια της χώρας μας. Θα επιχειρήσω μια κωδικοποίηση.
Η διαμόρφωση ενός ορθολογικού, λειτουργικού, δίκαιου θεσμικού και ρυθμιστικού πλαισίου είναι ο ακρογωνιαίος λίθος για την αποδοτική λειτουργία της αγοράς ενέργειας και τη στήριξη της οικονομίας. Θα επικεντρωθώ σε ζητήματα Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, γνωρίζοντας το ιδιαίτερο ενδιαφέρον που εκδηλώνεται, εξάλλου σε λίγο θα συνυπογράψουμε την επέκταση της συνεργασίας των χωρών μας σε αυτό τον τομέα.
Το νέο σχήμα στήριξης της παραγωγής ενέργειας από ΑΠΕ, πέρα από την εναρμόνιση της εγχώριας αγοράς με τα ευρωπαϊκά πρότυπα, ενεργοποιεί μηχανισμούς αποζημιώσεων και ενισχύσεων που αίρουν τις πρότερες στρεβλώσεις της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας. Επιδιώκουμε εξορθολογισμό, ασφαλές επενδυτικό περιβάλλον, ενεργειακή ασφάλεια και μια καθοριστική απάντηση στην πρόκληση της κλιματικής αλλαγής, με ορίζοντα που ξεπερνά το 2020 και τους στόχους που έχουν τεθεί γύρω από αυτό το χρονικό ορόσημο.
Θα επιμείνω στο πεδίο των θεσμικών αλλαγών, καθώς η εφαρμογή του target model για την αναδιοργάνωση της εγχώριας χονδρεμπορικής αγοράς ηλεκτρισμού εκτιμούμε ότι θα οδηγήσει σε αύξηση του ανταγωνισμού μεταξύ των συμμετεχόντων και συνακόλουθα σε μείωση του κόστους ενέργειας για τους Έλληνες καταναλωτές. Επιπλέον, θα δώσει τη δυνατότητα για την ανάπτυξη ουσιαστικού και διαφανούς διασυνοριακού ανταγωνισμού, ξεπερνώντας τους περιορισμούς που ισχύουν σήμερα λόγω της παρούσας οργάνωσης της αγοράς.
Η ενεργειακή πολιτική μας επιδιώκει μια προωθητική συνύπαρξη ανάμεσα στη στρατηγική της ΕΕ και στην ικανοποίηση των ειδικών ενεργειακών αναγκών της χώρας μας. Στο εσωτερικό πεδίο θεωρούμε σκόπιμη τη συμμετοχή και των ίδιων των πολιτών για την αξιοποίηση των ενεργειακών πόρων σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο.
Αποτελεί κεντρική επιλογή η διαμόρφωση ενός πλουραλιστικού στις μορφές του κοινωνικού και δημόσιου τομέα παραγωγής ενέργειας με πυρήνα την ΔΕΗ, η οποία ήδη κάνει νέα βήματα προσαρμογής στις απαιτήσεις του ανταγωνιστικού περιβάλλοντος. Με αυτό το σκεπτικό, σχεδιάζουμε τους θεσμικούς και χρηματοδοτικούς όρους για τη σύσταση βιώσιμων εταιρικών σχημάτων με κοινωνική συνεργατική συγκρότηση. Ανάλογα παραδείγματα βέλτιστων πρακτικών ξέρουμε ότι έχουν εφαρμοστεί και στη Γερμανία. Αυτά τα ενεργειακά σχήματα μπορούν να έχουν καταλυτικό ρόλο, αξιοποιώντας τεχνολογίες ΑΠΕ, στην ενεργειακή αυτονομία επιλεγμένων νησιών.
Θα σταθώ λίγο παραπάνω στο θέμα των νησιών. Η ηλεκτροδότηση των Μη Διασυνδεδεμένων Νησιών με μονάδες πετρελαίου οδηγεί σε υψηλά κόστη ηλεκτροδότησης, ακόμη και σήμερα που η τιμή του πετρελαίου έχει μειωθεί σημαντικά. Αυτά τα κόστη επιμερίζονται σε όλους τους καταναλωτές ηλεκτρικής ενέργειας ανά την επικράτεια, μέσω του λογαριασμού των ΥΚΩ. Στοχεύουμε στον περιορισμό αυτής της «κοινωνικοποίησης» του κόστους, λαμβάνοντας ταυτόχρονα υπόψη και τη διασφάλιση της επάρκειας ισχύος και την αρμονική ηλεκτροδότηση των αυτόνομων νησιωτικών συστημάτων.
ΣΆ αυτή τη λογική διερευνούμε και προκρίνουμε την περαιτέρω ανάπτυξη των ΑΠΕ μέσω της υλοποίησης έξυπνων συστημάτων αλλά και την πιλοτική ανάπτυξη «πράσινων» νησιών. Η υψηλή διείσδυση έργων ΑΠΕ με ταυτόχρονη εγκατάσταση συστημάτων αποθήκευσης, συνιστά μια λύση ηλεκτροδότησης που μπορεί να λειτουργήσει ενισχυτικά για την τοπική οικονομία και με όρους διασφάλισης του περιβάλλοντος.
Να επισημάνω ότι μέχρι το 2018 αναμένεται να έχει συνδεθεί με το Σύστημα η πλειονότητα των νησιών των Κυκλάδων, επιλύοντας μία για πάντα το πρόβλημα ηλεκτροδότησής τους, ενισχύοντας παράλληλα και την τουριστική οικονομία. Επιπλέον, έχουν ήδη υποβληθεί οι προτάσεις του Διαχειριστή του Συστήματος Μεταφοράς για τη διασύνδεση της Κρήτης με το Σύστημα, μέσω δύο υποβρύχιων διασυνδέσεων που θα λύσουν δια παντός το πρόβλημα ηλεκτροδότησης του νησιού και θα δώσουν τη δυνατότητα να αποσυρθούν ρυπογόνες και μη αποδοτικές μονάδες ηλεκτροπαραγωγής. Σύμφωνα με τον προγραμματισμό του ΑΔΜΗΕ η πρώτη διασύνδεση θα έχει ολοκληρωθεί μέχρι το έτος 2020 ενώ η δεύτερη, λόγω της πολυπλοκότητας της, θα ολοκληρωθεί μέχρι το 2024.
Ένα μεγάλος μέρος των προσπαθειών μας κατευθύνεται στον τομέα της εξοικονόμησης ενέργειας και της ενεργειακής αποδοτικότητας. Η βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης αποτελεί διακριτό στόχο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία επιδιώκει μείωση της κατανάλωσης ενέργειας κατά 20% έως το 2020 και κατά 27% έως το 2030. Η εξοικονόμηση ενέργειας αποτελεί ύψιστη προτεραιότητα για την ευρωπαϊκή και την εθνική ενεργειακή στρατηγική, καθώς ο συγκεκριμένος τομέας παρουσιάζει έντονη αναπτυξιακή διάσταση που μπορεί να συνδυάζει αρμονικά την προσπάθεια ενίσχυσης της εθνικής οικονομίας με την προστασία του περιβάλλοντος, ενώ ο ρόλος της ενεργειακής απόδοσης είναι επίσης ζωτικός και για την πολιτική του ενεργειακού κόστους στην ΕΕ. Θα επαναλάβω, όμως, ότι δεν προσεγγίζουμε την εξοικονόμηση από την πλευρά της ενεργειακής «φτωχοποίησης», ειδικά των οικιακών καταναλωτών, με υψηλά τιμολόγια να επιβάλλουν τη μείωση της κατανάλωσης. Μας ενδιαφέρει η υιοθέτηση και εφαρμογή καλών πρακτικών που δεν θα λειτουργούν εις βάρος της κάλυψης των πραγματικών ενεργειακών αναγκών. Πρόσφατα προχωρήσαμε σε νομοθετικές παρεμβάσεις που θα μας επιτρέψουν σημαντικές παρεμβάσεις, με δεδομένα τα τεράστια περιθώρια που διαπιστώνονται στον κτιριακό τομέα.
ΣΆ αυτές τις λίγες γραμμές περιέγραψα ένα μόνο μέρος της δουλειάς μας στον τομέα των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας και τις θεσμικές παρεμβάσεις που τον επηρεάζουν. Επιπρόσθετα επεξεργαζόμαστε νέες ρυθμίσεις για την Γεωθερμία και για τη Βιομάζα, δρομολογούμε προγράμματα, όπως το νέο «Εξοικονόμηση κατΆ οίκον» που θα είναι έτοιμο σύντομα. Αλλά αυτό που έχει σημασία είναι ότι η νέα ενεργειακή πραγματικότητα που σχεδιάζουμε και υλοποιούμε με εργαλεία όπως οι θεσμικές παρεμβάσεις που προανέφερα, με την μετατροπή της Ελλάδας σε ενεργειακό κόμβο, με τις μεταρρυθμίσεις στον τομέα του φυσικού αερίου και με την αξιοποίηση των υδρογονανθράκων, μπορεί να δημιουργήσει όρους αμοιβαία επωφελείς και για τους επενδυτές και για τους καταναλωτές.
Σας ευχαριστώ».