Ένα κλασσικό θερμοσιφωνικό σύστημα αποτελείται από το συλλέκτη που περιέχει την επιφάνεια απορρόφησης της ηλιακής ακτινοβολίας, τον υδροσκελετό που περιλαμβάνει το υγρό κύκλωμα μεταφοράς θερμότητας και το δοχείο αποθήκευσης του ζεστού νερού χρήσης.
Η αρχή λειτουργίας όλων των ηλιακών θερμικών συστημάτων είναι απλή: η ηλιακή ακτινοβολία μετατρέπεται σε θερμότητα που συλλέγεται και μεταφέρεται σε ένα ρευστό.
Η θερμότητα χρησιμοποιείται απευθείας ή μεταφέρεται στην τελική χρήση μέσω ενός εναλλάκτη. Η συνήθης διάταξη-εγκατάσταση ενός τέτοιου συστήματος επιτρέπει τη φυσική ροή του νερού χρήσης, χωρίς τη χρήση αντλιών ή άλλων μέσων υποβοήθησης.
Συνεπώς, αν διακόψουμε κάθε παροχή ενέργειας σε ένα κτίριο, δηλαδή ρεύμα και κάθε μορφής καυσίμου, θα συνεχίσει να παράγεται ζεστό νερό.
Η ηλιακή θερμική ενέργεια αποτελεί την πλέον καθαρή και αποδοτική μορφή ανανεώσιμης ενέργειας. Το ποσοστό στο οποίο μπορούμε να εκμεταλλευτούμε την ηλιακή θερμική ενέργεια ξεπερνάει το 80%. Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με την σημαντική πρόοδο της Ελληνικής βιομηχανίας στον κλάδο αυτό, που έχει οδηγήσει σε πολύ ανταγωνιστικές τιμές τα προϊόντα της, καθιστά τη χρήση της ηλιακής θερμικής ενέργειας ως την πλέον οικονομική και συμφέρουσα.
Τα ηλιακά συστήματα μπορούν να βοηθήσουν στο νερό χρήσης και στην θέρμανση χώρων. Για το ζεστό νερό χρήσης τα πράγματα είναι πολύ απλά. Μία οικογένεια τεσσάρων ατόμων ξοδεύει κάθε ημέρα περίπου 200 λίτρα ζεστού νερού δηλ. 73 κυβικά μέτρα τον χρόνο (Είναι περίπου τέσσερα βυτία). Για να ζεσταθούν αυτά τα 73 κυβικά μέτρα χρειάζονται 450 – 500 ευρώ.
Το ποσό αυτό δεν τραβάει την προσοχή του καταναλωτή, επειδή είναι «κρυμμένο» μέσα στον λογαριασμό του ρεύματος μαζί με την συνολική κατανάλωση και καταβάλλεται τμηματικά μέσα σε ολόκληρο τον χρόνο.
Ένας καλός ηλιακός θερμοσίφωνας, μαζί με την εγκατάσταση του, κοστίζει περίπου 1000 ευρώ. Μπορεί δε άνετα με το ζεστό νερό που παράγει να εξοικονομήσει τα 370-450 ευρώ.
Αυτό σημαίνει ότι ο καταναλωτής σε τρία χρόνια παίρνει τα χρήματά του πίσω και για περίπου άλλα δέκα χρόνια έχει δωρεάν ζεστό νερό.
Οι εφαρμογές της ηλιακής θερμικής ενέργειας δεν περιορίζονται μόνο στο ζεστό νερό χρήσης. Οι συνολικές μας ανάγκες για θερμική ενέργεια χαμηλής και μέσης θερμοκρασίας μπορούν να καλυφθούν από τον ήλιο σε ποσοστό 50%. Μια από τις πλέον συνήθεις εφαρμογές είναι η υποβοήθηση της θέρμανσης χώρου.
Οι ηλιακοί θερμικοί συλλέκτες μπορούν να λειτουργήσουν άριστα σε συνδυασμό με καυστήρα πετρελαίου ή φυσικού αερίου ή πέλετ, όπως επίσης με αντλία θερμότητας, με συστήματα γεωθερμίας κλπ. Η οικονομία που εξασφαλίζεται σε μια τέτοια εφαρμογή είναι αξιοσημείωτη. Μπορεί να ξεπεράσει το 30%!
Υπάρχουν πολλές ακόμα περιπτώσεις όπου η χρήση της ηλιοθερμικής ενέργειας είναι επιβεβλημένη από οικονομικούς όρους.
Οι εμπορικές εφαρμογές, κυρίως σε ξενοδοχεία και νοσοκομεία, καθώς και οι βιομηχανικές εφαρμογές (όπου απαιτείται θερμική ενέργεια) είναι αυτές που παρουσιάζουν την μεγαλύτερη ανάπτυξη, δεδομένης της υστέρησης τους τα προηγούμενα χρόνια.
Έτσι λοιπόν, τα ερωτήματα που δεχόμαστε συνήθως είναι πώς θα μειωθούν τα έξοδα θέρμανσης, τι μπορεί να γίνει με τον ήλιο, τα ξύλα, τα πέλετ, τις αντλίες θερμότητας, τα θερμοδυναμικά τζάκια, τα ηλεκτρικά συστήματα και βέβαια τι δυνατότητες προσφέρουν τα ηλιακά συστήματα νερού, όπως ο θερμοσίφωνας.
Όπως σε όλες τις εγκαταστάσεις το σύστημα που επιλέγεται πρέπει να πληροί κάποιες προϋποθέσεις. Στα υπάρχοντα συστήματα πρέπει να γίνεται έλεγχος και συντήρηση. Ενδεικτικά αναφέρουμε :
- Έλεγχος λειτουργίας καυστήρων, βαθμού απόδοσης, αυτοματισμών λεβητοστασίου, θερμοστατών και βανών των διαμερισμάτων, κλπ .
- Μονώσεις σωληνώσεων. Στις περισσότερες πολυκατοικίες οι σωληνώσεις του ζεστού νερού που ξεκινούν από το λέβητα πετρελαίου ή αερίου και ανεβαίνουν στους ορόφους είναι αμόνωτες, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται τεράστιες απώλειες. Οι απώλειες αυτές επιβαρύνουν σημαντικά το κόστος θέρμανσης.
Στην επιλογή νέου συστήματος ή την αναβάθμιση υπάρχοντος πρέπει να προσέχουμε:
- Το σύστημα να είναι κατάλληλο για τον χώρο. Για παράδειγμα λέβητας ξύλου δεν μπορεί να λειτουργήσει σε διαμέρισμα σε πόλη διότι είναι πρόβλημα η μεταφορά και αποθήκευση των ξύλων καθώς και η απαγωγή της τέφρας.
- Να υπάρχει η κατάλληλη υποδομή. Για παράδειγμα ο ηλεκτρικός λέβητας απαιτεί ενισχυμένη παροχή ηλεκτρικού ρεύματος. Αν αυτή δεν υπάρχει, θα πρέπει να συνυπολογίζεται το κόστος της νέας παροχής.
- Τα θερμαντικά σώματα που υπάρχουν πρέπει να είναι κατάλληλα για το σύστημα θέρμανσης. Για παράδειγμα τα γνωστά θερμαντικά σώματα υπολογίζονται να λειτουργούν με θερμοκρασίες νερού από τον λέβητα 80 βαθμών. Αν χρησιμοποιηθεί αντλία θερμότητας ή ηλιακό σύστημα που δίνουν νερό σε χαμηλότερη θερμοκρασία, τότε μειώνεται και η απόδοσή τους, δηλαδή όταν θα έχει κρύο δεν θα μπορούν να καλύψουν τις ανάγκες των δωματίων και οι παρόντες θα κρυώνουν. Πρέπει λοιπόν να ελέγχεται η επάρκειά τους.
- Το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας είναι ακόμη σχετικά χαμηλό. Τα συστήματα που χρησιμοποιούν ηλεκτρικό ρεύμα και είναι αυτή την στιγμή οικονομικά μπορεί να πάψουν να είναι, αν αυξηθεί η τιμή του ρεύματος. Εξ άλλου η απόσβεσή τους απαιτεί αρκετά χρόνια.
Επιπλέον:
- Η ασφάλεια των εγκαταστάσεων. Για παράδειγμα οι λέβητες πετρελαίου και αερίου πρέπει βάσει του νόμου να διαθέτουν σήμανση ασφαλείας CE, που προϋποθέτει συγκεκριμένες δοκιμές και προδιαγραφές. Πολλά από τα προϊόντα που προσφέρονται είναι επικίνδυνα για την ασφάλεια των χρηστών ή και για την πρόκληση σοβαρών υλικών ζημιών.
- Η εγκατάσταση θα πρέπει να έχει αντοχή στον χρόνο. Πολλά συστήματα προσφέρονται χωρίς καμία προδιαγραφή αξιοπιστίας, για παράδειγμα σωληνώσεις που θα τρυπήσουν σε λίγα χρόνια, λαμαρίνες που θα σκουριάσουν κλπ.
Τα ηλιακά μπορούν λοιπόν να συνδυασθούν με οποιοδήποτε σύστημα θέρμανσης (πετρέλαιο, αέριο, πέλετ, ξύλα κλπ) και να εξοικονομήσουν σημαντικά ποσά ενέργειας, μέχρι και 40% των ετήσιων αναγκών.
Προϋπόθεση είναι η ύπαρξη δαπεδοθέρμανσης ή φαν κόιλ ή μεγάλου μεγέθους θερμαντικών σωμάτων. Οι εγκαταστάσεις αυτές απαιτούν εμπειρία και καλή ποιότητα, την οποία οι ελληνικές βιομηχανίες διαθέτουν. Είναι άλλωστε πρωτοπόρες και στις διεθνείς αγορές εδώ και χρόνια.
Η ηλιακή θερμική ενέργεια, ως η οικονομικότερη μεταξύ όλων των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και με ένα ευρύ πεδίο εφαρμογών, πρωτοστατεί στην προσπάθεια της χώρας για αειφόρο ανάπτυξη και βασίζεται σε δικούς μας και μόνο ανθρώπινους και υλικούς πόρους.
Η ελληνική βιομηχανία θερμικών ηλιακών συστημάτων είναι και πρωτοπόρος και υψηλής αξιοπιστίας, έχοντας καταφέρει να εξάγει το 50% της παραγωγής της.
Απασχολεί δε περισσότερους από 3700 εργαζομένους, καθιστώντας τον κλάδο ως έναν από τους λίγους, όχι μόνο βιώσιμους, αλλά και αναγνωρίσιμους διεθνώς παραγωγικούς κλάδους της Ελλάδας.